Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 2013

και λίγη θεωρία #4


Η έννοια του κεφαλαίου και η προέλευσή του εκ της υπεραξίας

Ο Μαρξ διατύπωσε και ανέπτυξε τη θεωρία του κεφαλαίου με βάση την έννοια της αξίας. Το κεφάλαιο είναι αξία η οποία, αν και δημιουργήθηκε απότην εργατική τάξη,
έχει οικειοποιηθεί από τους καπιταλιστές. Επειδή ακριβώς αποτελεί αξία, το
κεφάλαιο εμφανίζεται ως χρήμα και εμπόρευμα. Ως κεφάλαιο λειτουργούν
συγκεκριμένα εμπορεύματα: τα μέσα παραγωγής(σταθερό κεφάλαιο) αφενός, και η
εργασιακή δύναμη (μεταβλητό κεφάλαιο) αφετέρου.
Για να αποτελέσει η εργασιακή δύναμη εμπόρευμα, πρέπει να έχει



συντελεστεί μια μακρά ιστορική διαδικασία κοινωνικού μετασχηματισμού και


επαναστάσεων, από την οποία αναδύεται ο ελεύθερος εργάτης. Η διαμόρφωση της σχέσηςκεφάλαιο - μισθωτή εργασία είναι μια ιστορικά ειδική μορφή ταξικής εξουσίας, αναπόσπαστη από το θεσμικό, νομικό και ιδεολογικό οικοδόμημα του
«ελεύθερου ατόμου» και τηςισότητας. Όπως ήδη υποστηρίξαμε, ο Μαρξ ορίζει τις εσωτερικές αλληλεξαρτήσεις που διέπουν αυτήν την ιστορική κοινωνική τάξη
πραγμάτων ωςτον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. Ο ΚΤΠ (και όχι η «οικονομία»
γενικά) συγκροτείται έτσι ωςτο αντικείμενο μελέτης της Μαρξικής θεωρίας
Η αξία χρήσης τηςεργασιακής δύναμης που αγοράζει ο καπιταλιστής συνίσταται στο ότι αυτή παράγει (καθώς καταναλώνεται παραγωγικά, στην
εργασιακή διαδικασία) εμπορεύματα που περιέχουν περισσότερη αξία απόση είναι η
δική της αξία. Αν συμβολίσουμε με (μ) την αξία μιας μονάδας εργασιακής δύναμης(το μεταβλητό κεφάλαιο που προκαταβάλλεται απότον καπιταλιστή), τότε η νέα
(καθαρή) αξία που παρήχθη απαυτήν θα είναι (μ+υ), όπου υ είναι η υπεραξία, το
τμήμα της παραγόμενης αξίαςτο οποίο ιδιοποιείται ο καπιταλιστής. Η διαδικασία της εργασίας είναι κατά συνέπεια ταυτόχρονα μια διαδικασία αξιοποίησης (παραγωγής αξίας) και υπεραξίωσης (παραγωγής υπεραξίας).
Η εργάσιμη μέρα διαιρείται σε αναγκαίο χρόνο εργασίας (κατά τη διάρκεια
του οποίου ο εργάτης παράγει μια αξία ίση μεκείνην της εργασιακής του δύναμης)
και σε πρόσθετο χρόνο εργασίας (στη διάρκεια του οποίου παράγεται η υπεραξία).
Εάν (σ) είναι η (προϋπάρχουσα) αξία των μέσων παραγωγής τα οποία φθάρηκαν στη
διαδικασία παραγωγής(ή η αξία των μέσων παραγωγήςγια την αντικατάσταση των
φθαρέντων μέσων παραγωγής), τότε η αξία του (ακαθάριστου) προϊόντοςθα είναι
(σ+μ+υ).
Το χρήμα, λειτουργώντας ως κεφάλαιο, ενοποιεί την καπιταλιστική διαδικασία παραγωγής και τη διαδικασία κυκλοφορίας, σε αντιστοιχία με το
αριστοτελικό σχήμα Χ-Ε-Χ΄[ή Χ-Ε-(Χ+ΔΧ)]. Αντίθετα όμωςμε την εποχή του
Αριστοτέλη, που το εμπόριο αποτελούσε μια οριακή οικονομικά δραστηριότητα στο
πλαίσιο μιας μη εγχρήματης και μη εμπορικής οικονομίας (η πλειοψηφία των
χρήσιμων αγαθών δεν ήταν εμπορεύματα, άρα δεν ετίθετο θέμα ανταλλαγήςισοδυνάμων), εντός της οποίας το ΔΧ μπορούσε να προκύψει ως άμεση ιδιοποίηση
πλούτου μέσα απότην εκμετάλλευση τοπικών συνθηκών και ιδιομορφιών, ή, όπωςέγραφε ο Αριστοτέλης, «εκ τηςαμοιβαίαςαπάτης» (παρατίθεται απότον Μαρξ 1978-
α: 177), στον ΚΤΠ το αριστοτελικό σχήμα δεν αποτελείπαράτο «εξωτερικό περίβλημα» της συνολικής διαδικασίας καπιταλιστικής παραγωγής, δηλαδή του
κυκλώματος του κοινωνικού κεφαλαίου (O’Hara 1999, Στεργιόπουλος1997):

Χ--Ε ( = Mπ+Εδ) [ΠΕ΄]--Χ΄Ο καπιταλιστής εμφανίζεται στην αγοράως ιδιοκτήτης του χρήματος (Χ)
αγοράζοντας εμπορεύματα (Ε), τα οποία αποτελούνται απόμέσα παραγωγής (Μπ)
και εργασιακή δύναμη (Εδ). Στη διαδικασία παραγωγής (Π) καταναλώνει
παραγωγικάτα Ε, για να δημιουργήσει μια εκροήεμπορευμάτων, ένα προϊόν (Ε΄) του
οποίου η αξία ξεπερνάαυτήτου Ε. Τελικά πουλά αυτήν την εκροή για να εισπράξει
ένα ποσόχρήματος (Χ΄) υψηλότερο σε σχέση με το (Χ). Έτσι «η χρηματική κυκλοφορία οδηγεί(...) στο κεφάλαιο» (Μαρξ 1990: 596). Το χρήμα εμφανίζεται να
κατέχει «την απόκρυφη ιδιότητα να γεννάει αξία» (Μαρξ 1978-α: 167). Αυτήείναι
ιδίως η περίπτωση του δανειακού (ή τοκοφόρου) κεφαλαίου, το οποίο ο τραπεζίτης ή ο καπιταλιστής του χρήματος δανείζει στον καπιταλιστή της βιομηχανίας, όπως θα
έχουμε την ευκαιρία να παρουσιάσουμε στα επόμενα.
Η υπεραξία (υ = Χ΄-Χ) που αποκτάται από τους καπιταλιστές, και, σύμφωνα
με τα παραπάνω, συνιστάτο προϊόν της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης από το
κεφάλαιο (την τάξη των καπιταλιστών), μετασχηματίζεται μερικώςσε μέσα ιδιωτικής κατανάλωσης για τουςίδιους του καπιταλιστές και μερικώς σε επιπρόσθετο σταθερό και μεταβλητό κεφάλαιο (δηλαδή επιπρόσθετα μέσα παραγωγής και εργασιακή δύναμη) για την επέκταση τηςπαραγωγής. Η τελευταία διαδικασία (δηλαδή ο
μετασχηματισμός της υπεραξίας σε κεφάλαιο) ορίζεται ως συσσώρευση. Μέσω της συσσώρευσης, η καπιταλιστική οικονομία αναπαράγεται σε διευρυμένη κλίμακα.59
Καθώςστην παραγωγική διαδικασία αναλώνεται (φθείρεται) ένα τμήμα του
προϋπάρχοντος υλικο ύκεφαλαίου, το οποίο όμως όχι μόνο αντικαθίσταται από το
(ακαθάριστο) προϊόν τηςπαραγωγής, αλλά και προσαυξάνεται από την επενδυόμενη
(κεφαλαιοποιούμενη) υπεραξία, από ένα σημείο και μετά ολόκληρο το υλικό κεφάλαιο αποτελεί προϊόν της(κεφαλαιοποιούμενης) υπεραξίας. Η υπεραξία (ωςδιαδικασία καπιταλιστικήςπαραγωγής και καπιταλιστικής εκμετάλλευσηςτ ης εργασίας) παράγεται από αλλά και παράγει το κεφάλαιο.


Η παραγωγή της υπεραξίας είναι μια διαδικασία εκμετάλλευσηςτων εργατών

από τους καπιταλιστές. Ο Μαρξ ορίζει ως ποσοστό εκμετάλλευσης (ή ποσοστό υπεραξίας) το πηλίκο υ/μ. Σκοπός της καπιταλιστικής παραγωγής  είναι να αυξήσει
την υπεραξία και το ποσοστό της εκμετάλλευσης. Αυτό είναι μια ροπή εγγενής στην
κεφαλαιακή σχέση, η οποία διαμορφώνει τη θέληση και τιςαποφάσεις του «φορέα»
της, του ατομικού καπιταλιστή, που λειτουργεί ως«κεφάλαιο προσωποποιημένο,
προικισμένο με θέληση και συνείδηση» (Μαρξ 1978-α: 165). Οι αυξήσεις τηςυπεραξίαςοι οποίες προκύπτουν από την παράταση της εργάσιμης ημέρας ή την
εντατικοποίηση της εργασίας ονομάζονται από τον Μαρξ παραγωγή απόλυτηςυπεραξίας.
Αυξήσεις του υ/μ απορρέουν επίσηςαπό αυξήσειςστην παραγωγικότητα της εργασίας, οι οποίες συμπιέζουν την αξία της μονάδαςτων εμπορευμάτων και
επομένως μειώνουν τους ονομαστικούς μισθούς, εφόσον οι πραγματικοί μισθοί παραμένουν αμετάβλητοι (ή αυξάνουν με ρυθμούς βραδύτερουςτου ρυθμού αύξησης
της παραγωγικότητας της εργασίας). Αυτή η διαδικασία ορίζεται ωςπαραγωγή σχετικής υπεραξίας.
Από τη σκοπιά των τιμών (της«επαρκούςμορφήςεμφάνισηςτηςαξίας»), η
παραγωγή απόλυτης υπεραξίας προκύπτει από τη μείωση του μοναδιαίου κόστους εργασίας σε ένα δεδομένο τεχνολογικό περιβάλλον, ενώ η παραγωγή σχετικήςυπεραξίας αναφέρεται σε αυξήσεις της μερίδας των κερδών λόγω τεχνολογικών
μεταβολών (οι οποίες μειώνουν τόσο τους ονομαστικούς μισθούς όσο και τα κόστη
σταθερού κεφαλαίου).
Σύμφωνα, λοιπόν, με τη θεωρία του Μαρξ, η καπιταλιστική διαδικασία
παραγωγής αποτελεί ταυτόχρονα διαδικασία εκμετάλλευσης(και εξουσίασης) της εργατικής τάξης από την τάξη των καπιταλιστών. Ενδογενής κινητήρια δύναμη τηςδιαδικασίας αυτήςαποτελεί η πάλη των τάξεων, της οποίας άμεσο επίδικο
αντικείμενο είναι το μέγεθοςτηςκαπιταλιστικήςεκμετάλλευσης(αύξηση,
σταθεροποίηση, ή περιορισμόςτηςκαπιταλιστικήςεκμετάλλευσης).
Προκύπτει έτσι η ριζικά τροποποιημένη, Μαρξική εκδοχήτηςΘέσης 4 τηςΚλασικήςΠολιτικήςΟικονομίας(Κεφ. 2 του παρόντος). Η υπεραξία δεν νοείται απότον Μαρξ ως μια απλή«αφαίρεση», ή «παρακράτηση» απότο προϊόν του εργάτη,60
ούτε ωςαπόσπαση υπερεργασίας(η απόσπαση υπερεργασίαςή«παρακράτηση»


τμήματοςαπότο προϊόν του άμεσα εργαζομένου λαμβάνει χώρα σε κάθε τρόπο

παραγωγής), αλλά ωςμια ιδιαίτερη κοινωνική σχέση, δηλαδή ωςη ειδικά καπιταλιστική εκμετάλλευση, η οποία εμφανίζεται αναγκαστικά ως παραγωγή(περισσότερου) χρήματος: ως η μέσω της ενότητας της διαδικασίας παραγωγής και



της διαδικασίας κυκλοφορίας προσαύξηση της αξίας του προκαταβαλλόμενου

(χρηματικού) κεφαλαίου.
Η έννοια τηςυπεραξίας είναι αδιαχώριστη από την έννοια της αξίας, καθώς στον
ΚΤΠ η κίνησητης αξίας γίνετα ιγια την υπεραξία (το χρήμα ωςαυτοσκοπός) και
καθίσταται δυνατή δια τηςυπεραξίας. Το κεφάλαιο είναι «αυτοαξιοποιούμενη
αξία»,61 «γεννάει αξία επειδή  είναι αξία (… Σαν το αναπτυσσόμενο υποκείμενο ενόςτέτοιου προτσές(...) η αξία χρειάζεται πριν απόλα μιαν αυτοτελήμορφή, με την
οποία να διαπιστώνεται η ταυτότητα με τον ίδιο τον εαυτό της. Και τη μορφή αυτή την έχει μόνο στο χρήμα. Γιαυτότο λόγο το χρήμα αποτελεί την αφετηρία και το
τέρμα κάθε προτσέςαξιοποίησης» (Μαρξ 1978-α: 167).
Απότα παραπάνω προκύπτει ότι το χρήμα αποτελεί, για να παραφράσουμε
ένα προαναφερθέν απόσπασμα του Μαρξ, την πλέον γενική μορφή εμφάνισης του
κεφαλαίου. Αποτελεί αξία, την οποία ο κεφαλαιοκράτης έχει ιδιοποιηθεί, και η οποία στο πλαίσιο της κεφαλαιακής εκμεταλλευτικής σχέσης συσσωρεύεται και λειτουργεί ως «αυτοαξιοποιούμενη αξία»: «Το κεφάλαιο παράγει στην ουσία κεφάλαιο» (
Μαρξ

1978-β: 1081). Το κεφάλαιο δεν είναι επομένως γενικά«τα μέσα παραγωγής», όπως πιστεύει η Κλασική και η Νεοκλασική Σχολή. Είναι η σχέση καπιταλιστικής οικονομικήςεκμετάλλευσηςκαι εξουσίας, η οποία τίθεται σε κίνηση μέσω του

χρήματος. Το χρήμα δεν είναι το «μέσο» που διευκολύνει τιςσυναλλαγές. Είναι η

αναγκαία μορφή εμφάνισηςτης«αυτοαξιοποιούμενηςαξίας», του κεφαλαίου.


Ιδιαίτερο ρόλο στην κίνηση του χρήματοςωςκεφαλαίου παίζει το τοκοφόρο
κεφάλαιο, τις λειτουργίεςτου οποίου προσεγγίζει αναλυτικά ο Μαρξ στο Πέμπτο

Τμήμα του 3ου τόμου του Κεφαλαίου στα κεφάλαια 21-24.

Η θεωρία του Μαρξ δεν αποτελεί επομένως απλώς χρηματική θεωρία της αξίας.

Αποτελεί ταυτόχρονα και χρηματική θεωρία του κεφαλαίου. Στο Μαρξικό σύστημα,

η αξία και το χρήμα αποτελούν έννοιες που δεν μπορεί να οριστούν ανεξάρτητα (ή

πριν) από την έννοια του κεφαλαίου. Περιέχουν την (αλλά και περιέχονται στην)

έννοια του κεφαλαίου. «Η χρηματική κυκλοφορία οδηγεί στο κεφάλαιο, ώστε μπορεί να αναπτυχθεί ολοκληρωτικά  μόνο στη βάση του κεφαλαίου» (Μαρξ 1990-α: 596).


Το κύκλωμα του κοινωνικού κεφαλαίου αποκτά τη δυναμική του από την
εκμετάλλευση της εργασιακής δύναμης στη σφαίρα της παραγωγής. Εντούτοις υπερβαίνει τη διαδικασία παραγωγήςκαι κυκλοφορίας των εμπορευμάτων, εφόσον


εμπεριέχει επίσηςτη χρηματοπιστωτική σφαίρα και την κερδοσκοπία που συνδέεται

μαζί της, όπως θα αναπτύξουμε στα επόμενα.

Σε ό,τι ακολουθεί θα αναφερθούμε σε ορισμένεςσυνέπειεςτων θέσεων που

μόλιςδιατυπώσαμε, αρχίζονταςαπότη λεγόμενη ποσοτική θεωρία του χρήματος.


Πηγή
 Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ ΜΑΡΞ
ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟ
Πλευρές μιας θεωρητικής και πολιτικής ρήξης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου