Σάββατο 26 Οκτωβρίου 2013

Ο ρόλος του πολιτισμού στην ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος




Σημαντικές πλευρές για το γιατί και πώς οι τέχνες και η ουσιαστική μόρφωση μπορούν να μετατραπούν σε όπλα της ταξικής πάλης αναδείχθηκαν από τη συζήτηση της τελευταίας μέρας
Μπορεί ο πολιτισμός να παίξει ουσιαστικό ρόλο στην ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος σε ταξική πορεία σύγκρουσης με το κεφάλαιο και γιατί είναι αναγκαία, αφενός η τέχνη που απαντά στις ανησυχίες, στα προβλήματα και τους βαθύτερους προβληματισμούς της εργατικής τάξης, αφετέρου η χειραφέτηση αυτής της τάξης από τα ιδεολογήματα, την αισθητική και τις προτεραιότητες της αστικής κουλτούρας;

Η ζωή της εργατικής τάξης, η πείρα του οργανωμένου αγώνα, η δράση των ταξικών σωματείων, αλλά και η ιστορία του παγκόσμιου εργατικού κινήματος αποδεικνύει ότι ο αναντικατάστατος ρόλος της Τέχνης και γενικότερα της πολιτιστικής καλλιέργειας -που εμπεριέχει την ουσιαστική μόρφωση- στον «εξανθρωπισμό» του ανθρώπου δεν θα μπορούσε παρά να συνιστά ένα από τα βασικά «όπλα» στη χειραφέτηση της τάξης από τα δεσμά της αστικής ιδεολογικής χειραγώγησης.
Τα παραπάνω ζητήματα και προβληματισμοί τίθενται συνεχώς μέσα στη δράση του ταξικού συνδικαλιστικού κινήματος, πλευρές τους απαντώνται και αξιοποιούνται στην παραπάνω κατεύθυνση και σίγουρα αυτή η διαλεκτική «συνάντηση» της τέχνης και του εργατικού κινήματος ενσαρκώνεται και μέσα από τη σημαντική αυτή εικαστική έκθεση μέσα στη Ζώνη. Μάλιστα, φέτος, στο κλείσιμο της 7ης διοργάνωσης το βράδυ της Κυριακής, το θέμα της συζήτησης ήταν ακριβώς αυτό: «Τέχνη και εργατική τάξη - Η πολιτιστική μορφωτική δραστηριότητα των συνδικάτων συστατικό στοιχείο της ανασυγκρότησης του εργατικού κινήματος», με βασικούς εισηγητές την Εύα Μέλα, από την Κίνηση Εικαστικών Καλλιτεχνών «Πέρα(σ)μα» που συνδιοργανώνει την έκθεση με τα συνδικάτα της Ζώνης και τον πρόεδρο του Εργατικού Κέντρου Πειραιά Νίκο Ξουράφη.

«Βασικός στόχος είναι να γενικευτεί αυτή η δουλειά σε όλα τα σωματεία, καταρχήν της βιομηχανίας, και ακόμα παραπέρα, στα συνδικάτα των υπόλοιπων κλάδων, τους λαϊκούς φορείς στις γειτονιές, των καλλιτεχνών. Αυτή η δουλειά, δηλαδή, να γίνει η αρχή για ανάλογη δραστηριότητα σε μια σειρά χώρους πέρα από τη Ζώνη» σημείωσε, μεταξύ άλλων, ανοίγοντας τη συζήτηση ο συντονιστής της και μέλος της διοίκησης του Συνδικάτου Μετάλλου Πειραιά, Ακης Αντωνίου.
Στο «γιατί» πρέπει να γίνουν τα παραπάνω απάντησε η Εύα Μελά σημειώνοντας, ότι «η τέχνη είναι ένα πολύ σημαντικό μέσο γνώσης του κόσμου, επικοινωνίας, κατανόησης του περίγυρου». «Ο ρόλος της τέχνης», συνέχισε, «της μορφωτικής καλλιέργειας στην ανάπτυξη της συνείδησης είναι πολύ σημαντικός. Η εργατική τάξη στον καπιταλισμό οδηγείται διαρκώς στο περιθώριο. Η σχέση της εργατικής τάξης με τα αγαθά της τέχνης περνά, εκ των πραγμάτων, στο σύστημα που ζούμε, μέσα από τους μηχανισμούς χειραγώγησης, με σκοπό να αναπαράγεται η κυρίαρχη ιδεολογία». Η ομιλήτρια έδωσε και μερικά χαρακτηριστικά στοιχεία για το επίπεδο της πρόσβασης του λαού σε διάφορους τομείς του πολιτισμού. Σύμφωνα με αυτά, περίπου το 80% του πληθυσμού στην Ελλάδα βλέπει 208 λεπτά τηλεόραση τη μέρα. «Αυτήν την τηλεόραση που ξέρουμε» σχολίασε η Εύα Μελά. Το 50% δε διαβάζει ποτέ εφημερίδα. «Πληροφορείται μόνο από την τηλεόραση». Πάνω από το 60% δε διαβάζει ούτε ένα βιβλίο το χρόνο. «Ας μην πούμε πόσος κόσμος επισκέπτεται τις εκθέσεις τέχνης. Επίσης, το ποσοστό που πηγαίνει στο σινεμά και τις συναυλίες δεν ξεπερνά το 5%. Βγάζουμε το συμπέρασμα ότι αυτό που εισπράττει η πλειοψηφία των εργαζομένων είναι αυτό που οδηγείται στα μυαλά της μέσα από την επίσημη πληροφόρηση, κρατικά ή ιδιωτικά ΜΜΕ και τη διαφήμιση». Η συνείδηση, λοιπόν, επηρεάζεται «στην κατεύθυνση που η άρχουσα τάξη θέλει. Δηλαδή της περιθωριοποίησης των εργαζομένων, να ασχολούνται με οτιδήποτε άλλο εκτός από τις αξίες και τα οράματα εκείνα που θα μπορούσαν να βάλουν μπροστά στην εργατική τάξη το αίτημα να αλλάξει τη ζωή της».
Το πάνελ της συζήτησης
Ταυτόχρονα, «το αστικό κράτος ενισχύει την αγορά στις τέχνες. Την πολιτιστική βιομηχανία. Την εμπορευματοποίηση του έργου τέχνης. Η τέχνη, από κοινωνική ανάγκη, από μέσο γνώσης του κόσμου και επικοινωνίας, γίνεται εμπορευματοποιημένο προϊόν για την άρχουσα τάξη που ελέχγει όλη τη διακίνηση. Ο καλλιτέχνης μέσα σε αυτές τις συνθήκες ασφυκτιά, περιθωριοποιείται και ειδικά στις μέρες μας το να κάνει απλώς τέχνη κάποιος είναι μια ηρωική πράξη. Γιατί αυτή την τέχνη πρέπει να τη χρηματοδοτεί συνήθως δουλεύοντας και αλλού».
Χειραγώγηση του συλλογικού γούστου
«Τι είναι αυτό που δίνει η μαζική πολιτιστική βιομηχανία, η μαζική κουλτούρα στους εργαζόμενους; Την υποκουλτούρα. Του σκυλάδικου, του βιβλίου για γρήγορα κατανάλωση, των "ριάλιτι" κ.λπ. Ακριβώς αυτά είναι η "πνευματική τροφή" που για το κράτος, για τον καπιταλισμό είναι απαραίτητα για να μετατρέπει τον εγκέφαλο των ανθρώπων σε κιμά, τον εργαζόμενο, από ενεργό και δυναμικό πολίτη σε παθητικό δέκτη της κυρίαρχης αντίληψης και πολιτικής (...) Οι τέχνες σήμερα δεν παίζουν το ρόλο τους, επειδή η πλειοψηφία των εργαζομένων στερείται βασικά δικαιώματα στη ζωή. Δεν είναι ελεύθερος γιατί δεν έχει ελεύθερο χρόνο, έχει στερηθεί την παιδεία, έχει στερηθεί βασικά κοινωνικά αγαθά. Στερείται ο εργαζόμενος τη δυνατότητα να γευτεί τα έργα τέχνης, μαθαίνει να μην πηγαίνει να τα απολαύσει, τα θεωρεί ότι είναι κάποιου άλλου, δεν είναι δικά του. Εισπράττουμε την πολιτιστική μας κληρονομιά πανηγυρτζίδικα, χάνοντας το πολιτιστικό της βάθος. Χάνουμε σαν εργαζόμενοι τη δημιουργική μας σχέση με τις τέχνες. Αποστεώνεται η δημόσια παιδεία από την έννοια των τεχνών. Αυτό δεν είναι καθόλου τυχαίο. Το πρώτο πράγμα που περιορίζεται στη δημόσια εκπαίδευση είναι εκείνα τα μαθήματα που καλλιεργούν τη δημιουργικότητα, τη σκέψη, τη φαντασία.
Είναι αυταπόδεικτο ότι η τέχνη είναι αναγκαία; Ας δούμε τι γίνεται κατά τη διάρκεια της ζωγραφικής. Το να σχεδιάσεις έχει μια διαδικασία. Πολλές φορές κοιτάζουμε χωρίς να βλέπουμε, να παρατηρούμε. Πολλές φορές βλέπουμε αυτά που θέλουμε, που ξέρουμε και όχι αυτά που υπάρχουν. Με τη διαδικασία του σχεδίου μαθαίνουμε να παρατηρούμε, να προσέχουμε και να αναδεικνύουμε τα σημαντικά. Μαθαίνουμε, άρα, να τα αξιολογούμε, να τα ανασυγκροτούμε και να τα προτείνουμε. Μαθαίνει το μικρό παιδί από το να κοιτάει απλώς, να προσεγγίζει και να ερμηνεύει την πραγματικότητα. Γι' αυτό έχει αξία η καλλιτεχνική παιδεία και γι' αυτό το λόγο προσπαθεί το κράτος να αφαιρέσει από τα σχολεία την τέχνη στις λαϊκές γειτονιές, γιατί καλλιτεχνικά μαθήματα γίνονται στα ιδιωτικά. Θέλει το αστικό κράτος να στερηθούν τα παιδιά του λαού αυτή τη διαδικασία προσέγγισης, ανάλυσης, μελέτης, αξιολόγησης του κόσμου».
Η ομιλήτρια σημείωσε ότι η Συνθήκη του Μάαστριχτ έφερε τις μεγάλες ιδιωτικοποιήσεις στο χώρο των τεχνών και το μεγάλο κεφάλαιο έλεγξε τη διακίνηση του πολιτισμού. Από το 2000 και μετά «έχουν κάνει μεγαλύτερη βουτιά». «Εχουν διεισδύσει στην παραγωγή της τέχνης. Εχουν πάρει στα χέρια τους μέσα παραγωγής της τέχνης ελέγχοντας και το περιεχόμενό της. Αυτό διαφοροποιεί σημαντικά την κατάσταση. Ας δούμε κάποιες επιπτώσεις στα σχολεία π.χ. Κάνει ο Σύλλογος Γονέων μια έξοδο για τα παιδιά του λυκείου. Τα πάει σε ό,τι χειρότερο. Γιατί ο ίδιος ο γονιός δεν έχει την παιδεία να επιλέξει. Γιατί ο ίδιος έχει στερηθεί μια διαδικασία που να τον κάνει να αναπτύσσει κριτήριο. Αρα, το κεντρικό ζήτημα που μπαίνει είναι μέσα από ποια διαδικασία γνωριμίας με τις τέχνες να αναπτύσσονται κριτήρια.
Αυτή η χειραγώγηση του συλλογικού γούστου που επιχειρείται από τους κρατικούς μηχανισμούς, από την ΕΕ, δεν έχει ως έρεισμα μόνο τη διατήρηση των τεράστιων οικονομικών ποσών (διότι ο πολιτισμός είναι ο τρίτος τομέας παγκοσμίως σε τζίρο) αλλά χειραγωγεί, περιορίζει την ελεύθερη ανάπτυξη της σκέψης, της φαντασίας. Παρεμποδίζει την ελευθερία της καλλιτεχνικής δημιουργίας, γιατί αναγκάζει τον καλλιτέχνη, για λόγους επιβίωσης, να μπει στα "κανάλια" και να ευνουχίσει το ρόλο του, να αναπτύξει έναν "αυτισμό" σε σχέση με το ποιος είναι και πού απευθύνεται».
Ποια είναι η λύση; «Η απελευθέρωση της τέχνης δεν μπορεί παρά να συμπορεύεται με τον αγώνα της εργατικής τάξης για την απελευθέρωσή της. Ο στόχος πρέπει να είναι η ανεμπόδιστη καλλιτεχνική δημιουργία στην παραγωγή της. Πρέπει το εργατικό κίνημα να βάλει στους στόχους του την ανάπτυξη της ερασιτεχνικής δημιουργίας. Η ανάπτυξη της ερασιτεχνικής καλλιτεχνικής δημιουργίας πρέπει να στηρίζεται στη γνώση, στη μόρφωση, ώστε να μην αναπαράγονται τα σαθρά πρότυπα της υποκουλτούρας.
Παράλληλα, πρέπει να στηρίξει το καλό, το προοδευτικό καλλιτεχνικό έργο, να το προβάλει.
Να στηρίζεται και η ερασιτεχνική δουλειά στα συνδικάτα και τις γειτονιές, αλλά παράλληλα και η επαγγελματική καλλιτεχνική δημιουργία και η όσμωση των καλλιτεχνών με την εργατική τάξη. Αυτή η όσμωση βοηθά τους εργαζόμενους να αναπτύσσουν κριτήρια για την τέχνη αλλά και τους καλλιτέχνες να βγαίνουν από την απομόνωση και να αντλούν και να πλουτίζουν το έργο τους από την κοινωνία και την πάλη της εργατικής τάξης.
Πρέπει να ενισχυθεί ένα κίνημα μόρφωσης και πολιτισμού μέσα στην ίδια την εργατική τάξη και ιδιαίτερα στους νέους που θα συμβάλει στην ανάπτυξη της κριτικής στάσης, της δημιουργικότητας, θα απελευθερώσει δημιουργικές δυνάμεις που υπάρχουν μέσα στο λαό, μέσα στην εργατική τάξη, που θα δυναμώσουν το ίδιο το λαϊκό κίνημα και την ανασυγκρότησή του για να γίνει ο ίδιος ο λαός δημιουργός του άλλου πολιτισμού».
Πλούτος και γνώση ανήκουν στον εργάτη
Ο Νίκος Ξουράφης σημείωσε ότι «παρ' όλη την πρόοδο της ανθρωπότητας, παρ' όλες τις ανακαλύψεις της επιστήμης, παρ' όλη την πρόοδο της σκέψης, η εργατική τάξη απολαμβάνει ελάχιστα από αυτά που δίνει και μιλάμε για το καθετί που παράγει ο άνθρωπος και η φύση. Για γνώση, μόρφωση, επαφή με τις ανακαλύψεις της επιστήμης, της φιλοσοφίας, της τέχνης. Για δουλειά, για νοσοκομεία, για σχολεία, για σπίτια, για ποιότητα ζωής, για τα πάντα όσα παράγουν το μυαλό και τα χέρια μας. Ολα αυτά ανήκουν σε εμάς και αυτό πρέπει να γίνει κατανοητό από όλους τους εργαζόμενους, από όλο το λαό.
Αλλωστε, ο λαός είναι αυτός που μπορεί να κάνει τη μεγάλη ανατροπή. Οι εργαζόμενοι, οι άνεργοι, οι νέοι, οι γυναίκες, οι αυτοαπασχολούμενοι, οι μικροί επαγγελματίες. Αξιοποιώντας το πιο αποτελεσματικό και ισχυρό όπλο τη δύναμη των ταξικών αγώνων.
Για να μπορέσει η εργατική τάξη να πετύχει αυτό το στόχο της χρειάζεται γερή οργάνωση, γερά μαζικά συνδικάτα, με σωστό προσανατολισμό.
Το ΠΑΜΕ, από την ίδρυσή του, έθεσε με οξύτητα το βασικό πρόβλημα του συνδικαλιστικού κινήματος, την απαλλαγή του από την επιρροή της εργοδοσίας, των κυβερνήσεων και των μηχανισμών της ΕΕ. Την απαλλαγή του από τα δεσμά των ιδεών της ταξικής συνεργασίας. Αυτές είναι οι κυριότερες προϋποθέσεις για την αποκατάσταση του ταξικού προσανατολισμού και της αναγέννησής του.
Με βάση και τις σύγχρονες εξελίξεις ως κεντρικό πρόβλημα μπαίνει η επιτακτική ανάγκη της ανασύνταξης του συνδικαλιστικού κινήματος. Ενα κίνημα ικανό να απαντάει στην ολομέτωπη και γενικευμένη επίθεση. Αλλά και κίνημα ικανό να παλεύει με γραμμή πάλης και συμμαχιών που δεν θα περιορίζεται μόνο στην αντιμετώπιση των συνεπειών, αλλά θα ανοίγει την προοπτική για την ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών της εργατικής τάξης, πράγμα που προϋποθέτει γραμμή ρήξης και ανατροπής με τα μονοπώλια, τα κόμματα και τους μηχανισμούς που τα υπηρετούν, πάλη που θα οδηγεί στην κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο.
Μπορεί λοιπόν από την άποψη της πολιτιστικής μορφωτικής δραστηριότητας, τα συνδικάτα να συμβάλουν στην ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος; Σίγουρα ναι. Τα σωματεία μπορούν να συμβάλουν στη μόρφωση των εργαζομένων κάνοντας γνωστή την ιστορία του εργατικού κινήματος, την ιστορία του ίδιου του συνδικάτου, φέρνοντας τους εργαζόμενους κοντά με τη λογοτεχνία και το πολιτικό βιβλίο. Διοργάνωση εκδηλώσεων όπως συναυλίες, θεατρικά μέσα στους τόπους δουλειάς. Ανάδειξη της ερασιτεχνικής δημιουργίας. Διοργάνωση αθλητικών εκδηλώσεων όπως είναι το ποδόσφαιρο. Ιδιαίτερα για τη νεολαία έχει μεγάλη σημασία η οργάνωση εκδηλώσεων κατά των ναρκωτικών. Η ανάδειξη του τρόπου διασκέδασης με βάση τις αξίες της εργατικής τάξης. Αξίες που έχουν να κάνουν με τη συλλογικότητα, την αλληλεγγύη για τους ανέργους, όπως έγινε με τον ηρωικό αγώνα των χαλυβουργών. Αλληλεγγύη όπως αυτή που εκδηλώνεται στους εργάτες της Ζώνης με την Εικαστική Εκθεση. Ολα αυτά είναι που θα βοηθήσουν με πρώτο και κύριο την οργάνωση στους τόπους δουλειάς, να μαζικοποιηθούν τα σωματεία, να γίνουν το αποκούμπι του κάθε εργαζόμενου και της οικογένειάς του, να γίνουν το δεύτερο σπίτι του».
Από τις πολλές παρεμβάσεις που ακολούθησαν ξεχωρίζει αυτή του προέδρου του Συνδικάτου Μετάλλου Πειραιά, Σωτήρη Πουλικόγιαννη, γιατί συνοψίζει την πείρα των σωματείων από τη γενικότερη και πολιτιστική δουλειά τους, με αιχμή φυσικά την έκθεση και αποκαλύπτει τη βαθύτερη χρησιμότητά της: «Γιατί ενώ διανύουμε τον τέταρτο, πέμπτο για μας, χρόνο της κρίσης, παρατεταμένης μόνιμης ανεργίας, ανέχειας, εξαθλίωσης, γιατί αυτή τη χρονιά έχουμε μεγαλύτερη συμμετοχή; Είναι θέμα συνήθειας; Οχι! Είναι μια δουλειά που συνδέεται με μια σειρά παρεμβάσεις των συνδικάτων, με την αλληλεγγύη, με εκδηλώσεις όλο το χρόνο. Συνδέεται με την καθημερινή δράση αλληλεγγύης απέναντι στις κατασχέσεις σπιτιών, το κόψιμο του ρεύματος και του νερού, μέτρα προστασίας των ανέργων.
Ομως συνδέεται και με το ότι "εγώ, για να σταθώ όρθιος και να υπερασπιστώ τις κατακτήσεις μου, πρέπει να αποφύγω το δρόμο που με σπρώχνουν για να με μετατρέψουν σε ζώο". Γιατί όταν ο εργαζόμενος δεν έχει στο σπίτι του ρεύμα, δεν έχει νερό, δεν έχει να δώσει γάλα στο παιδί του, ναι, δέχεται να πάει να δουλέψει για είκοσι ευρώ. Και μετά πείθει σιγά σιγά τον εαυτό του, τον ενοχοποιεί ότι "κακώς τόσα χρόνια έστελνα την κόρη μου μπαλέτο, κακώς πήγα το παιδί μου να μάθει πιάνο". Γιατί "κατανάλωνα περισσότερο από την παραγωγή που έκανα". Σε αυτό το δρόμο που μας θέλουν, αν δεν έχεις τέτοια δράση να κρατήσεις όρθιο τον εργαζόμενο, να διεκδικεί μερίδιο της ζωής, τότε το παιχνίδι της υπεράσπισης των κατακτήσεων το έχεις χάσει. Μια παρακαταθήκη είναι λοιπόν ο αγώνας για τη συμμετοχή και σε αυτές τις εκδηλώσεις και εδώ είναι το στοίχημα σε μόνιμη βάση τα συνδικάτα να έχουν τέτοια δράση».

πηγή ριζοσπάστης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου