Η βάση των κεφαλαιοκρατικών κρίσεων
υπερπαραγωγής.
Από τις αρχές του 19ου αιώνα, από τον καιρό που
εμφανίστηκε η μεγάλη μηχανική βιομηχανία, η πορεία της κεφαλαιοκρατικής
διευρυμένης αναπαραγωγής διακόπτεται περιοδικά από τις οικονομικές κρίσεις.
Οι
κεφαλαιοκρατικές κρίσεις είναι κρίσεις υπερπαραγωγής. Η κρίση εκφράζεται πρωτ’
απ’ όλα με το γεγονός ότι τα εμπορεύματα δεν μπορούν να πουληθούν γιατί έχουν
παραχθεί περισσότερα απ’ όσα μπορούν ν’ αγοράσουν οι βασικοί καταναλωτές- οι
λαϊκές μάζες, που η αγοραστική τους ικανότητα είναι περιορισμένη σ’
εξαιρετικά στενά πλαίσια. Τα << παραπανίσια>> εμπορεύματα γεμίζουν
τις αποθήκες. Οι κεφαλαιοκράτες περιορίζουν την παραγωγή και απολύουν εργάτες.
Εκατοντάδες και χιλιάδες επιχειρήσεις κλείνουν. Η ανεργία αυξάνει αλματικά.
Πλήθος μικροπαραγωγοί της πόλης και του
χωριού καταστρέφονται. Η μη πούληση των παραγμένων εμπορευμάτων έχει σαν
συνέπεια την εξάρθρωση του εμπορίου. Οι πιστωτικές σχέσεις διαταράσσονται. Οι
κεφαλαιοκράτες δοκιμάζουν μεγάλη ανεπάρκεια μετρητών για τις πληρωμές. Στα χρηματιστήρια αρχίζουν
τα κραχ- οι τιμές των μετοχών και των άλλων τίτλων πέφτουν ακατάσχετα. Ξεσπάει
ένα κύμα χρεωκοπιών βιομηχανικών επιχειρήσεων, εμπορικών και τραπεζικών οίκων.
Η υπερπαραγωγή
εμπορευμάτων τον καιρό των κρίσεων δεν είναι απόλυτη, αλλά σχετική. Αυτό
σημαίνει πως περίσσευμα εμπορευμάτων υπάρχει μόνο σε σύγκριση με την αγοραστική
ικανότητα, καθόλου όμως σε σύγκριση με τις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας.
Τον καιρό της κρίσης οι εργαζόμενες μάζες στερούνται τα πιο απαραίτητα, οι
ανάγκες τους ικανοποιούνται χειρότερα από κάθε άλλη φορά. Εκατομμύρια άνθρωποι
πεινούν, γιατί έχουν παραχθεί <<πάρα πολλά >> σιτηρά, υποφέρουν από
το κρύο γιατί έχει εξορυχτεί <<πάρα πολύ >>κάρβουνο. Οι εργαζόμενοι
στερούνται μέσων ύπαρξης γιατί έχουν παράγει αυτά τα μέσα σε <<πολύ
μεγάλη ποσότητα>>. Τέτοια είναι η κατάφωρη αντίφαση του κεφαλαιοκρατικού
τρόπου παραγωγής, όπου σύμφωνα με τα λόγια του γάλλου σοσιαλιστή-ουτοπιστή
Φουριέ << η αφθονία γίνεται πηγή
ανέχειας και στερήσεων>>.
Όπως δείξαμε πιο
πάνω η απλή κιόλας εμπορευματική παραγωγή και κυκλοφορία περικλείουν τη
δυνατότητα των κρίσεων. Ωστόσο οι κρίσεις γίνονται αναπόφευκτες μόνο στον καπιταλισμό, όταν η παραγωγή ολοένα και
περισσότερο κοινωνικό χαρακτήρα, ενώ
το προϊόν της κοινωνικοποιημένης εργασίας πολλών χιλιάδων κι εκατομμυρίων
εργατών το ιδιοποιούνται ατομικά οι
κεφαλαιοκράτες. Η αντίθεση ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα της παραγωγής
και την ατομική κεφαλαιοκρατική μορφή ιδιοποίησης των αποτελεσμάτων της
παραγωγής, που είναι η βασική αντίθεση του καπιταλισμού, αποτελεί τη βάση των
οικονομικών κρίσεων υπερπαραγωγής. Έτσι το αναπόφευκτο των κρίσεων έχει τις
ρίζες του μέσα στο ίδιο σύστημα της κεφαλαιοκρατικής οικονομίας
Η βασική αντίθεση
του καπιταλισμού εκδηλώνεται σαν αντίθεση ανάμεσα στην οργάνωση της παραγωγής
στα πλαίσια των χωριστών επιχειρήσεων και στην αναρχία της παραγωγής στα
πλαίσια των χωριστών επιχειρήσεων και στην αναρχία της παραγωγής σ’ όλη την
κοινωνία. Σε κάθε ξεχωριστό εργοστάσιο, η εργασία των εργατών είναι οργανωμένη
και υποταγμένη στην ενιαία θέληση του επιχειρηματία. Στα πλαίσια όμως ολόκληρης
της κοινωνίας, εξαιτίας της κυριαρχίας της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα
παραγωγής, βασιλεύει η αναρχία της παραγωγής, που αποκλείει τη σχεδιασμένη
ανάπτυξη της οικονομίας. Για αυτό και παραβιάζονται αναπόφευκτα οι πολύπλοκοι
όροι που είναι απαραίτητοι για την πραγματοποίηση του κοινωνικού προϊόντος στην
κεφαλαιοκρατική διευρυμένη παραγωγή. Οι παραβιάσεις αυτές συσσωρεύονται
βαθμιαία, ωσότου ξεσπάσει η κρίση, οπότε επέρχεται πλήρης εξάρθρωση του
προτσές ης πραγματοποίησης.
Οι κεφαλαιοκράτες
κυνηγώντας το μέγιστο κέρδος διευρύνουν
την παραγωγή, τελειοποιούν την τεχνική , εισάγουν νέες μηχανές και ρίχνουν στις
αγορές τεράστιες ποσότητες εμπορευμάτων. Στην ίδια κατεύθυνση δρα και η συνεχής
τάση μείωσης του ποσοστού κέρδους , τάση που προκαλείται από την αύξηση της
οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου. Οι επιχειρηματίες προσπαθούν ν’ αναπληρώσουν
την πτώση του ποσοστού του κέρδους με αύξηση της μάζας του κέρδους, γιαυτό
διευρύνουν τις διαστάσεις της παραγωγής, αυξάνουν την ποσότητα των παραγόμενων
εμπορευμάτων.
Έτσι τον
καπιταλισμό τον χαρακτηρίζει η τάση διεύρυνσης της παραγωγής, η τάση μιας
τεράστιας αύξησης των παραγωγικών δυνατοτήτων. Αλλά λόγω της εξαθλίωσης της
εργατικής τάξης και της αγροτιάς η
αγοραστική ικανότητα των εργαζομένων μένει πίσω από την αύξηση της παραγωγής
και σχετικά περιορίζεται. Γι’ αυτό το
λόγο η διεύρυνση της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής προσκρούει αναπόφευκτα στα
στενά πλαίσια κατανάλωσης των βασικών μαζών πληθυσμού.
Ο σκοπός της
κεφαλαιοκρατικής παραγωγής – η αποκόμιση κέρδους σε ολοένα αυξανόμενη κλίμακα –
έρχεται αναπόφευκτα σε αντίθεση με το μέσο για την επίτευξη αυτού του σκοπού,
δηλ με την διεύρυνση της παραγωγής. Η κρίση είναι το σημείο εκείνο που στην πορεία της κεφαλαιοκρατικής διευρυμένης
αναπαραγωγής, όπου η αντίθεση αυτή εκδηλώνεται με την οξεία μορφή της
υπερπαραγωγής εμπορευμάτων, που δεν μπορούν να πουληθούν.
Η βασική αντίθεση
του καπιταλισμού εκδηλώνεται στον ταξικό ανταγωνισμό ανάμεσα στο προλεταριάτο
και την αστική τάξη. Για τον καπιταλισμό είναι χαρακτηριστική η ρήξη ανάμεσα
στους δύο σπουδαιότερους όρους της παραγωγής , ανάμεσα στα μέσα παραγωγής, που
είναι συγκεντρωμένα στα χέρια των κεφαλαιοκρατών, και τους άμεσους παραγωγούς,
που στερούνται μέσων παραγωγής και δεν διαθέτουν παρά μόνο την εργατική τους δύναμη.
Αυτή η ρήξη εκδηλώνεται χτυπητά στις κρίσεις υπερπαραγωγής, οπότε στη μία μεριά
παρουσιάζεται περίσσευμα μέσων παραγωγής και προϊόντων, πλεόνασμα κεφαλαίου,
και στην άλλη- περίσσευμα εργατικής δύναμης, μάζες ανέργων που στερούνται μέσων
συντήρησης.
Οι κρίσεις είναι αναπόφευκτος
συνοδοιπόρος του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής. Οι κρίσεις δεν μπορούν να εξαλειφθούν όσο υπάρχει ο καπιταλισμός.
Πηγή : Πολιτική οικονομία, Ακαδημία επιστημών Ε.Σ.Σ.Δ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου