Ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής ως έννοια-κλειδί για τη μελέτη της
καπιταλιστικής οικονομίας και κοινωνίας
Ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής αναφέρεται στον αιτιακό πυρήνα των
συνολικών καπιταλιστικών σχέσεων εξουσίας (κι όχι στις κοινωνικές σχέσεις αυτές
καθαυτές), ορίζει τις θεμελιώδεις κοινωνικές-ταξικές αλληλεξαρτήσεις σε όλα τα
κοινωνικά επίπεδα που χαρακτηρίζουν το καπιταλιστικό σύστημα κοινωνικής
εξουσίας. Αποτελεί μια εννοιολογική κατασκευή-κλειδί, ένα θεωρητικό «μέσο
παραγωγής» για τη μελέτη των σχέσεων που συνέχουν μια συγκεκριμένη
καπιταλιστική κοινωνία: συμπυκνώνει τις ειδικά καπιταλιστικές δομικές σχέσεις που
χαρακτηρίζουν κάθε καπιταλιστική κοινωνία.
Ταυτόχρονα, η έννοια του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής επιτρέπει την
κατανόηση των σχέσεων που αναφέρονται σε διαφορετικά συστήματα κοινωνικής
εξουσίας και εκμετάλλευσης, σε μη-καπιταλιστικούς (προ-καπιταλιστικούς) τρόπους
παραγωγής. Προκύπτουν έτσι οι έννοιες του δουλοκτητικού, του φεουδαρχικού, του
ασιατικού τρόπου παραγωγής κ.ο.κ.
Ο (καπιταλιστικός) τρόπος παραγωγής θεμελιώνεται στην κεφαλαιακή σχέση
καταρχήν στο επίπεδο της παραγωγής: στον αποχωρισμό του εργαζόμενου από τα
μέσα παραγωγής (που μετατρέπεται έτσι στο οικονομικό επίπεδο σε μισθωτό εργάτη
– σε κάτοχο της εργασιακής του δύναμης και μόνο – και στο δικαιοπολιτικό επίπεδο
σε ελεύθερο πολίτη) και στην πλήρη ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής από τον
κεφαλαιοκράτη. Πλήρης ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής σημαίνει ότι ο
κεφαλαιοκράτης έχει τόσο την κατοχή (νομή) των μέσων παραγωγής (την εξουσία να
τα θέτει σε λειτουργία) όσο και την κυριότητά τους (την εξουσία να ιδιοποιείται το
παραγόμενο υπερπροϊόν).
Για να μετασχηματιστεί ο εργαζόμενος σε μισθωτό εργάτη πρέπει ο
«κυρίαρχος» να εκτοπιστεί από το σύγχρονο συνταγματικό κράτος και οι υπήκοοι να
μετασχηματιστούν σε πολίτες. Ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής βασίζεται στον
«ελεύθερο εργαζόμενο» και στην «ελεύθερη σύμβαση». Η ταξική ένταξη και
καθήλωση επιβάλλεται, όπως επανειλημμένα τόνισε ο Μαρξ, μόνο μέσα από τη
«σιωπηλή βία» των κυρίαρχων οικονομικών σχέσεων.
Ο εργαζόμενος για να μετασχηματισθεί σε μισθωτό πρέπει να είναι «ελεύθερος με
διπλή έννοια, από τη μια με την έννοια ότι σαν ελεύθερο πρόσωπο διαθέτει την
εργατική του δύναμη σαν εμπόρευμά του, και από την άλλη με την έννοια ότι δεν έχει
άλλα εμπορεύματα να πουλήσει, ότι σαν το ελεύθερο πουλί είναι ελεύθερος από όλα
τα πράγματα που χρειάζονται για να πραγματοποιήσει την εργατική του δύναμη»
(Μαρξ 1978-α: 179).
Ο (καπιταλιστικός) τρόπος παραγωγής δεν συμπυκνώνει επομένως αποκλειστικά
μια οικονομική σχέση, αλλά αναφέρεται σε όλα τα κοινωνικά επίπεδα.. Σ’ αυτόν
εμπεριέχεται και ο πυρήνας των (καπιταλιστικών) πολιτικών και ιδεολογικών
σχέσεων εξουσίας.
Στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής αποτυπώνεται έτσι η συγκεκριμένη
υλικότητα της καπιταλιστικής κρατικής δομής. Αποκαλύπτεται επομένως ότι η
καπιταλιστική τάξη κατέχει όχι μόνο την οικονομική αλλά και την πολιτική εξουσία:
όχι γιατί οι καπιταλιστές καταλαμβάνουν αυτοπρόσωπα τις ανώτατες πολιτικές θέσεις
του κράτους, αλλά γιατί η δομή του πολιτικού στοιχείου στις καπιταλιστικές
κοινωνίες και ειδικότερα του καπιταλιστικού κράτους (η ιεραρχική-γραφειοκρατική
διάρθρωσή του, η «αταξική» λειτουργία του με βάση τους κανόνες του Δικαίου κ.λπ.)
αντιστοιχεί στη (και εξασφαλίζει τη) διατήρηση και αναπαραγωγή της συνολικής
καπιταλιστικής ταξικής κυριαρχίας.
Ομοίως γίνεται φανερό ότι η δομή της κυρίαρχης αστικής ιδεολογίας (η ιδεολογία
των ατομικών δικαιωμάτων και της ισοπολιτείας, της εθνικής ενότητας και του
κοινού –εθνικού– συμφέροντος, κ.ο.κ.) αντιστοιχεί στην απόπειρα παγίωσης και
αναπαραγωγής της καπιταλιστικής τάξης πραγμάτων. Η κυρίαρχη ιδεολογία αποτελεί
έτσι μια διαδικασία εμπέδωσης των καπιταλιστικών ταξικών συμφερόντων, μέσω τηςυλικότητάς της ως «βιωματικής πρακτικής», ως «τρόπου ζωής» όχι μόνο των
κυρίαρχων αλλά, υπό παραλλαγμένη μορφή, και των κυριαρχούμενων τάξεων.7
Στους προκαπιταλιστικούς τρόπους παραγωγής, αντίθετα, η ιδιοκτησία της
κυρίαρχης τάξης στα μέσα παραγωγής δεν είναι ποτέ πλήρης. Οι εργαζόμενες-
κυριαρχούμενες τάξεις διατηρούν την κατοχή των μέσων παραγωγής, γεγονός που
συνδέεται με αντίστοιχες σημαντικές διαφοροποιήσεις στη δομή και των άλλων
κοινωνικών επιπέδων, του πολιτικού και του ιδεολογικού. Η οικονομική
εκμετάλλευση, δηλαδή η απόσπαση του υπερπροϊόντος από τον εργαζόμενο (που,
π.χ., στη φεουδαρχία παίρνει τη μορφή της αγγαρείας), έχει ως συμπληρωματικό της
στοιχείο τον άμεσο πολιτικό καταναγκασμό: τις σχέσεις πολιτικής εξάρτησης
κυρίαρχου-κυριαρχούμενων και την ιδεολογική τους (κατά κανόνα θρησκευτική)
αποτύπωση (βλ. και Μαρξ 1989-α: 283-314).
Ο τρόπος παραγωγής περιγράφει λοιπόν την ειδοποιό διαφορά ενός συστήματος
ταξικής κυριαρχίας και εκμετάλλευσης. Σε μια συγκεκριμένη κοινωνία μπορούν να
υπάρχουν περισσότεροι τρόποι (και μορφές) παραγωγής. Επειδή όμως καθένας από
αυτούς αντιστοιχεί σε διαφορετικές σχέσεις κοινωνικής (ταξικής) εξουσίας, σε
διαφορετικά συμφέροντα, και κατατείνει σε μια διαφορετικού τύπου οργάνωση της
κοινωνικής συνοχής, η συνάρθρωση των διαφορετικών τρόπων παραγωγής είναι
αντιφατική και συντελείται πάντοτε υπό την κυριαρχία ενός συγκεκριμένου τρόπου
παραγωγής.8 Η κυριαρχία ενός τρόπου παραγωγής (και ειδικότερα του
καπιταλιστικού) συναρτάται με την τάση διάλυσης των ανταγωνιστικών προς αυτόν
τρόπων παραγωγής.
Το ερώτημα που τίθεται στο πλαίσιο της μαρξιστικής ανάλυσης είναι υπό ποίες
προϋποθέσεις οι προκαπιταλιστικές κοινωνικές δομές εκτοπίζονται από τον
καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής ή σε ποιο βαθμό μπορούν να αποτελέσουν εμπόδιο
στην καπιταλιστική ανάπτυξη.
Η μαρξιστική θεωρία έχει συχνά κατηγορηθεί από τους αντιπάλους της, αλλά και
από τους «νέο-μαρξιστές» θεωρητικούς του ρεύματος μητρόπολη-περιφέρεια (βλ.
Μηλιός 1997-β) ότι αποτελεί μια εξελικτική προσέγγιση, η οποία θεωρεί
«νομοτελειακό» το πέρασμα όλων των χωρών από τα στάδια καπιταλιστικής
ανάπτυξης που κυριάρχησαν ιστορικά στις καπιταλιστικά αναπτυγμένες χώρες.
Παρότι τέτοιου είδους εξελικτικές διατυπώσεις μπορούν να εντοπιστούν σε διάφορα
σημεία του έργου των Μαρξ και Ένγκελς, εντούτοις η θεωρία του Μαρξ όπως αυτή
αναπτύσσεται στα οικονομικά κείμενα της ωριμότητάς του δεν έχει καμιά σχέση με
δογματικές προγνώσεις. Απορρίπτει δηλαδή η μαρξιστική θεωρία τόσο τον
εξελικτισμό όσο και τον «δογματισμό της υπανάπτυξης» (την άποψη ότι οι χώρες
χαμηλής καπιταλιστικής ανάπτυξης θα παραμείνουν πάντοτε «περιφερειακές» και
οικονομικά υπανάπτυκτες).
Ο Μαρξ θεώρησε την καπιταλιστική ανάπτυξη ως ενδεχόμενο αποτέλεσμα της
πάλης των τάξεων και περιέγραψε τις προϋποθέσεις για μια ιστορική εξέλιξη προς
αυτή την κατεύθυνση. Η τελική όμως κυριαρχία ή ανάσχεση αυτής της τάσης δεν
είναι δεδομένη από τα πριν. Η έκβασή της κρίνεται κάθε φορά από τους υπαρκτούς
κοινωνικούς συσχετισμούς (βλ. και Μηλιός 2000: 197-218, Milios 1988). Η διάλυση
των προκαπιταλιστικών τρόπων παραγωγής παίρνει ιστορικά τη μορφή της αγροτικής
μεταρρύθμισης, μια και πρόκειται για τρόπους παραγωγής που βασίζονται κατά κύριο
λόγο σε προκαπιταλιστικές σχέσεις ιδιοκτησίας στην ύπαιθρο.
Πηγή
Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ ΜΑΡΞ
ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟ
Πλευρές μιας θεωρητικής και πολιτικής ρήξης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου